ΥΛΙΚΟ > ΜΝΗΜΕΣ
Μνήμη Τυχαίας Προσπέλασης (RAM)
Εισαγωγή
Μια μονάδα μνήμης στην ουσία είναι ένα σύνολο από δυαδικά κύτταρα αποθήκευσης (τα δυαδικά κύτταρα μπορούν να αποθηκεύσουν είτε την τιμή "Ο", είτε την τιμή "1 "). Πάνω στην κάρτα της μνήμης υπάρχουν και διάφορα ολοκληρωμένα κυκλώματα που ελέγχουν τη λειτουργία της (τρόπος αποθήκευσης και διαχείρισης της πληροφορίας, μεταφορά πληροφοριών από και προς αυτή). Για την καλύτερη κατανόηση της RAM θα μπορούσαμε να τη φανταστούμε ως ένα διδιάστατο πίνακα (η γραμμές και m στήλες), όπου σε κάθε κελί αποθηκεύεται η ελάχιστη πληροφορία, δηλαδή ένα bit "Ο" ή "1". Κάθε γραμμή του πίνακα έχει μια ξεχωριστή "διεύθυνση", που βοηθάει στην άμεση προσπέλαση της πληροφορίας που είναι αποθηκευμένη στα στοιχεία της γραμμής.
Τα κελιά της μνήμης όπως φαίνονται με μικροσκόπιο
Η ονομασία RAM προέρχεται από τη σύντμηση των λέξεων "Random Access Memory Μνήμη τυχαίας προσπέλασης" και περιγράφει στην ουσία τον τρόπο λειτουργίας της RAM. Έτσι, οποιαδήποτε αίτηση (ανάκληση ή αποθήκευση πληροφοριών) για τη RAM συνοδεύεται και από τη διεύθυνση, στην οποία θα εκτελεστεί η αίτηση. Επειδή μπορεί να γίνει προσπέλαση σε οποιαδήποτε διεύθυνση για μεταφορά πληροφορίας, προέκυψε το όνομα "μνήμη τυχαίας προσπέλασης" που συναντήθηκε στον αγγλικό όρο RAM.
Οι δυαδικές πληροφορίες αποθηκεύονται σαν ομάδες από bits, που είναι γνωστές ως "λέξεις" ("words"). Τα bits κάθε λέξης μεταφέρονται μέσα και έξω από τη μνήμη, όλα μαζί ως μια ομάδα. Το περιεχόμενο κάθε λέξης είναι ένα σύνολο από "Ο" ή "1" και μπορεί να αντιπροσωπεύει έναν αριθμό, μια εντολή, έναν ή περισσότερους αλφαριθμητικούς χαρακτήρες ή ακόμα, οποιαδήποτε πληροφορία κωδικοποιημένη σε δυαδικό σύστημα. Συνήθως, μια ομάδα των 8 bits χαρακτηρίζεται ως 1 byte. Οι περισσότερες μνήμες υπολογιστών χρησιμοποιούν λέξεις που έχουν μήκος πολλαπλάσιο των 8 bits. Έτσι, μια λέξη των 16 bits περιλαμβάνει 2 bytes, μια λέξη των 32 bits περιλαμβάνει 4 bytes Κ.Ο.Κ.
Η κύρια μνήμη διαφέρει από τη μνήμη ROM σε δυο σημεία: πρώτον, δεν μπορεί να διατηρήσει τα περιεχόμενά της όταν διακόπτεται η τροφοδοσία του υπολογιστή με ηλεκτρικό ρεύμα. Πρόκειται επομένως για μια πτητική μνήμη (volatίle memory). Δεύτερον, από μια μνήμη RAM μπορούμε τόσο να διαβάσουμε, όσο και να γράψουμε πληροφορίες. Επομένως, μια πιο σωστή ονομασία για τη RAM, θα ήταν RWM (Read Write Memory). Η ονομασία RAM είναι λανθασμένη (έχει όμως επικρατήσει), αφού και η μνήμη ROM είναι τυχαίας προσπέλασης. Ο πραγματικός λόγος που κυριάρχησε η ονομασία RAM είναι το γεγονός ότι οι πρώτες εκδόσεις των μνημών ανάγνωσης-γραφής δεν υποστήριζαν τυχαία (random access) προσπέλαση, παρά μόνο σειριακή προσπέλαση (sequential access).
Ιστορική Αναδρομή
Στη δεκαετία του '80, ο ίδιος ο Βίll Gates είχε δηλώσει ότι με 1 ΜΒ RAM έχουμε τόσο μεγάλη χωρητικότητα μνήμης, που ποτέ σχεδόν δε θα χρησιμοποιούνταν στο σύνολό της. Αυτό όμως γρήγορα αποδείχτηκε αναληθές.
Αρχικά, οι προσωπικοί υπολογιστές ήταν εφοδιασμένοι με 64 ΚΒ, 256 ΚΒ, 512 ΚΒ και τελικά 1 ΜΒ μνήμης RAM. Για παράδειγμα, ο Commodore 64 είχε 64 ΚΒ RAM και "δούλευε" περίφημα σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εποχής. Στη δεκαετία του '90 εμφανίστηκαν στην αγορά κάποια "εξελιγμένα" λειτουργικά συστήματα, όπως τα Windows. Τότε είναι που άρχισε και ο αγώνας δρόμου για το μέγεθος της μνήμης RAM, με φυσικό επακόλουθο τη μεγάλη πτώση των τιμών. Τα Windows, στην αρχική τους έκδοση, μπορούσαν να διευθυνσιοδοτήσουν μέχρι και 2 ΜΒ RAM, όμως γρήγορα τα 4 ΜΒ RAM έγιναν το πρότυπο.
Το πιο διαδεδομένο λειτουργικό σύστημα, τα Windows 95, απαιτούν άφθονη RAM, ενώ η νέα έκδοσή τους, τα Windows 98, έχουν τις ίδιες περίπου απαιτήσεις σε RAM, όμως κάνουν καλύτερη διαχείριση της διαθέσιμης RAM. Οι μνήμες σήμερα ανταποκρίνονται σε μεγάλες ταχύτητες και χωρητικότητες αντίστοιχα. Ταχύτητες που αγγίζουν τα 1666 Mhzκαι χωρητικότητες που φτάνουν έως 8 Gb. Σε λειτουργικά συστήματα όπως Windows Vista και Windows 7 απαιτούνται μνήμες της τάξεως των 4 Gb.